Διαφήμιση - Advertisement
Υπόθεση σοκ με πρωταγωνιστή έναν αστυνομικό, ο οποίος υπηρετούσε στην ασφάλεια της Βουλής, αποκαλύφθηκε ύστερα από καταγγελία της συζύγου του για ενδοοικογενειακή βία.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η γυναίκα κατήγγειλε αρχικά στις αστυνομικές αρχές ότι ο άνδρας της την χτυπούσε. Ο αστυνομικός συνελήφθη μετά την καταγγελία, στις αρχές του χρόνου, και μεταφέρθηκε σε ψυχιατρείο, όπου κρατείται μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, πριν από μερικές ημέρες, η γυναίκα, που είναι επίσης, αστυνομικός, κατήγγειλε στο τμήμα Ανηλίκων της Αστυνομίας ότι ο σύζυγός της κακοποιούσε σεξουαλικά τα παιδιά τους. Το μεγαλύτερο είναι ένα αγόρι, ηλικίας 14 ετών και τα υπόλοιπα κορίτσια.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι τα παιδιά έχουν καταθέσει μέσω ειδικής αστυνομικής υπηρεσίας για ανηλίκους πως ο πατέρας τους τα βίαζε και τα υποχρέωνε σε σεξουαλικές πράξεις μεταξύ τους, αλλά και με τη μητέρα τους.
Σημειώνεται ότι και η μητέρα των παιδιών απειλούσε ότι θα αυτοκτονήσει, μην μπορώντας να διαχειριστεί το βάρος των όσων έχει ζήσει και τα οποία δεν είχε πει σε κανέναν μέχρι πρότινος.
Τασούλας: Τον διώξαμε την επομένη της καταγγελίας – Δεν έφερε όπλο
Άμεση ήταν αντίδραση του προέδρου της Βουλής, Κωνσταντίνου Τασούλα, στην καταγγελία που κατέθεσε στις 18 Νοεμβρίου, στο τμήμα ενδοοικογενειακής βίας της ΕΛΑΣ, η σύζυγος αστυνομικού, ο οποίος υπηρετούσε στην Υπηρεσία Ασφαλείας της Βουλής των Ελλήνων (ΥΑΒΕ).
Όπως ανέφερε στους κοινοβουλευτικούς συντάκτες ο πρόεδρος της Βουλής την επομένη της καταγγελίας, «διώξαμε» από την Υπηρεσία Ασφάλειας τον καταγγελλόμενο αστυνομικό. Ο συλληφθείς παραπέμφθηκε στο αυτόφωρο στις 20 Νοεμβρίου και καταδικάστηκε σε ένα χρόνο φυλάκιση με αναστολή.
Μετά την κατηγορία σε βάρος του, ο αστυνομικός φέρεται να είπε στη μητέρα του ότι θα αυτοκτονήσει, με αποτέλεσμα η ΕΛ.ΑΣ. να τον αναζητήσει και να τον οδηγήσει στο ψυχιατρείο του Στρατού.
Ωστόσο, η σύζυγος του αστυνομικού, επίσης αστυνομικός, που υπηρετεί σε άλλη υπηρεσία της Αθήνας, προχώρησε σε νέες καταγγελίες σε βάρος του, και συγκεκριμένα για σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών τους. Το «αποτρόπαιο» αυτό γεγονός οδήγησε σε νέα προανακριτική διαδικασία αλλά και σε αφαίρεση της επιμέλειας των παιδιών από τους γονείς, καθώς μεσολάβησαν αλληλοκατηγορίες μεταξύ των συζύγων.
Όπως αναφέρθηκε κατά την ενημέρωση των κοινοβουλευτικών συντακτών, ο εν λόγω αστυνομικός, που υπηρετούσε στην Υπηρεσία Ασφάλειας της Βουλής από τις αρχές του 2019, δεν έφερε όπλο, καθώς είχε επικαλεστεί ψυχολογικά προβλήματα.
Η σύζυγος του καταγγελλόμενου, ο οποίος παραμένει στο ψυχιατρείο του Στρατού, φέρεται να είναι έγκυος στο πέμπτο παιδί τους.
Η ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. για τον αστυνομικό
Η ΕΛ.ΑΣ. εξέδωσε ανακοίνωση με το χρονικό της υπόθεσης και αναφέρεται αναλυτικά στις καταγγελίες της συζύγου του αστυνομικού και στις ενέργειες στις οποίες προέβησαν οι αστυνομικές αρχές.
Αναλυτικά, αναφέρονται τα εξής:
«Σε εξέλιξη βρίσκεται έρευνα της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων για τη διερεύνηση αδικημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, που φέρεται ότι διέπραξε αστυνομικός σε βάρος μελών της οικογένειάς του.
Προηγήθηκε καταγγελία της συζύγου του, επίσης αστυνομικού, σύμφωνα με την οποία ο ανωτέρω, από το 2016 μέχρι και τα μέσα του τρέχοντος μήνα, διέπραττε ασελγείς πράξεις σε βάρος των παιδιών τους.
Η Ελληνική Αστυνομία, μόλις ενημερώθηκε για την υπόθεση, προχώρησε άμεσα και αποφασιστικά σε όλες τις προβλεπόμενες ενέργειες, με γνώμονα την προστασία των ανήλικων τέκνων και της καταγγέλλουσας, αποδεικνύοντας τη μηδενική ανοχή σε τέτοιου είδους περιστατικά.
Ειδικότερα, ενημερώθηκε αμέσως η αρμόδια εισαγγελική Αρχή, με παραγγελία της οποίας τα ανήλικα μεταφέρθηκαν σε νοσοκομείο για ιατρική εξέταση και φιλοξενία σε κατάλληλο χώρο. Παράλληλα, παραγγέλθηκε η διενέργεια ιατροδικαστικής εξέτασης και η εξέταση των ανηλίκων, παρουσία εξειδικευμένου ψυχολόγου.
Σημειώνεται ότι τον Φεβρουάριο του 2024, καθώς και λίγες μέρες πριν την ανωτέρω καταγγελία, η αστυνομικός είχε μηνύσει τον σύζυγό της για περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας (λεκτικής και σωματικής), τα οποία επίσης διερευνήθηκαν αρμοδίως. Στην πρώτη περίπτωση η αστυνομικός ανακάλεσε την κατάθεσής της και ζήτησε ποινική διαμεσολάβηση, ενώ στην τελευταία περίπτωση, της χορηγήθηκε η εφαρμογή «panic button» και επιπλέον της παρασχέθηκε προστασία.
Στο πλαίσιο της άμεσης ανταπόκρισης, οι αρμόδιες υπηρεσίες προχώρησαν σε όλες τις προβλεπόμενες προανακριτικές ενέργειες σε στενή συνεργασία με την Εισαγγελία. Όσον αφορά τον καταγγελλόμενο αστυνομικό, αφαιρέθηκε άμεσα ο οπλισμός του, ενώ, κατόπιν εισαγγελικής εντολής, νοσηλεύεται φυλασσόμενος σε ψυχιατρικό νοσοκομείο.
Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Ελληνική Αστυνομία αντιμετωπίζουν με τη μέγιστη σοβαρότητα και ευαισθησία τη συγκεκριμένη υπόθεση. Οι ενέργειες των αρμόδιων υπηρεσιών καταδεικνύουν την αμεσότητα, την αποφασιστικότητα και τη διαφάνεια που διέπουν την προσέγγιση της ΕΛ.ΑΣ., με στόχο τη διασφάλιση της προστασίας των θυμάτων και την πλήρη απόδοση δικαιοσύνης».