Διαφήμιση - Advertisement
Δύσκολες ώρες βιώνει ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος, ο οποίος βρίκεται στο νοσοκομείο «Λαϊκό». «Πήγα στον άλλο κόσμο και γύρισα» αναφέρει ο επιχειρηματίας στην εφημερίδα Espresso.
«Πέρασα 24 μέρες στο Λαϊκό Νοσοκομείο και, αν όχι τα Χριστούγεννα, τουλάχιστον την Πρωτοχρονιά θα είμαι σπίτι μου. Σ’ αυτές τις 24 μέρες μαρτυρίου στο Λαϊκό είδα τον πόνο στη μεγαλύτερη μορφή του. Πραγματικά πέρασα μια μεγάλη περιπέτεια. Η ζωή μου κρεμάστηκε από μια κλωστή και ευτυχώς επέζησα.
Τώρα αισθάνομαι καλύτερα. Ξεπέρασα τον κίνδυνο. Μετά από μια επέμβαση κοίλης εμφάνισα ως επιπλοκή ειλεό. Μια εξαιρετικά επικίνδυνη κατάσταση υγείας όπως τη χαρακτήρισαν οι γιατροί. Πήγα στον άλλο κόσμο και γύρισα.
Δίπλα μου συνεχώς, όλο το 24ωρο, ο μικρός μου γιος Αρης διότι ο μεγάλος μου γιος βρίσκεται στην Αμερική. Θέλω να πιστεύω ότι ξεπέρασα κάθε κίνδυνο και δεν θα ξανασυμβεί τίποτα άλλο κακό στη ζωή μου. Με αισιοδοξία θέλω να επιστρέψω στο σπίτι και στην οικογένειά μου για να αφήσω τα πράγματα να κυλήσουν με ηρεμία. Βλέποντας μπροστά μόνο χαρούμενες στιγμές και αισιόδοξες, εύχομαι ο νέος χρόνος, το 2024, να φέρει σε όλο τον κόσμο μόνο χαρές» δήλωσε ο ίδιος.
Αργύρης Παπαργυρόπουλος για τον πλειστηριασμό του σπιτιού του: «Με πνίγει το παράπονο»
Στην κάμερα της εκπομπής «Πρωινό Σου Σου» μίλησε πριν από μερικές μέρες ο Αργύρης Παπαργυρόπουλος, ο οποίος έχασε το σπίτι του σε πλειστηριασμό.
«Δεν θα το βάλω κάτω, θα φτάσω μέχρι εκεί που επιτρέπει ο νόμος και το Σύνταγμα. Είμαι ένα από τα πολλά θύματα, ίσως και να βρω και δύο δικηγόρους, αλλά ο κόσμος δεν έχει χρήματα να φάει, πόσο μάλλον να διεκδικήσει την περιουσία του, να πληρώνει τα έξοδα. Δε θέλω να κάνω τον αντάρτη, αλλά προσπαθώ να δω πώς θα δικαιωθώ εγώ και όλοι οι Έλληνες που κινδυνεύουμε» είπε.
Στη συνέχεια, μίλησε για την βοήθεια που δέχτηκε και τα σχόλια που λαμβάνει: «Ηρθε και με βρήκε Συνταγματολόγος. Κάποιοι ακούν αυτά που λέω, μπορεί καμιά φορά να λέω υπερβολές, αλλά με φτάνει ο πόνος μου εκεί. Με πνίγει το παράπονο. Εσπασε η δουλειά μας, δεν παίρνουμε λεφτά. Εχω 35 ταμειακές μηχανές εδώ και δέκα χρόνια σε μια αποθήκη. Δέκα χρόνια δεν έχω δουλειά, δεν έχω σύνταξη. Πού πάμε ρε παιδιά; Ποιος θα μας σώσει;